Αν εξαιρεθεί το απλό καρδιογράφημα (ΗΚΓ), το Τest (ή δοκιμασία) κοπώσεως είναι μια ευρύτατα διαδεδομένη διαγνωστική εξέταση που χρησιμοποιείται από τους καρδιολόγους καθημερινά.
Πραγματοποιείται για να αποκαλύψει μια πιθανή στεφανιαία νόσο, σε άτομα που μπορεί να έχουν κάποια ύποπτα ενοχλήματα.
Μπορεί επίσης να βοηθήσει σε περιπτώσεις που υπάρχουν πολλοί παράγοντες κινδύνου (αρτηριακή υπέρταση, χοληστερόλη, κάπνισμα, σακχαρώδης διαβήτης, βεβαρυμμένο οικογενειακό ιστορικό) που καθιστούν ισχυρό το ενδεχόμενο στεφανιαίας νόσου. Κάποιες φορές, αλλαγές που διαπιστώνονται σε ένα ΗΚΓ και δεν υπήρχαν στο παρελθόν, θα διερευνηθούν με τον ίδιο τρόπο.
Το Τest κοπώσεως μας βοηθά επίσης στην παρακολούθηση ασθενών που είναι ήδη γνωστοί στεφανιαίοι, καθώς και ασθενών που υποβλήθηκαν σε αγγειοπλαστική ή εγχείρηση αορτο-στεφανιαίας παράκαμψης. Ο γιατρός θα δει αν η πορεία εξελίσσεται ομαλά, αν τα φάρμακα κάνουν τη δουλειά τους ή αν έχουν παρουσιαστεί σημάδια ύποπτα αιμοδυναμικών στενώσεων.
Κατά την δοκιμασία ο εξεταζόμενος είναι συνδεδεμένος με ηλεκτρόδια που καταγράφουν διαρκώς τον καρδιακό ρυθμό καθώς και την ηλεκτρική δραστηριότητα του μυοκαρδίου και περπατά ολοένα και ταχύτερα σε ένα κυλιόμενο τάπητα του οποίου παράλληλα αυξάνει η κλίση.
Το κάθε στάδιο της εξέτασης έχει διάρκεια 3 λεπτά (στο κλασσικό πρωτόκολλο εξέτασης). Η διάρκεια μπορεί να ποικίλλει και θα εξαρτηθεί τόσο από το πρωτόκολλο όσο και από τον ίδιο τον ασθενή.
Κατά τη διάρκεια της εξέτασης θα αυξηθεί η καρδιακή συχνότητα μέχρις ενός σημείου που θα επιτρέψει ο εξετάζων ιατρός (με βάση την ηλικία του ασθενούς και το ιστορικό του). Μας ενδιαφέρει αν στο καρδιογράφημα δημιουργούνται αλλοιώσεις συμβατές με ισχαιμία.
Ανάλογα με τα ευρήματα ο εξεταζόμενος θα κριθεί φυσιολογικός ή θα πάρει τις κατάλληλες οδηγίες και κατευθύνσεις.
Πέρα από όλα αυτά, η δοκιμασία κοπώσεως είναι χρήσιμη για να ξεχωρίσει περιπτώσεις που ενώ παρουσιάζονται με ‘’καρδιακά’’ συμπτώματα, έχουν άλλη αιτιολογία και δυσχεραίνουν την σωστή διάγνωση.
Δείτε και: Η καρδιά μας. Αυτό το θαύμα