Αρχική » Διάφορα » Μήπως έχει μόρβα το παιδί;

Μήπως έχει μόρβα το παιδί;

Η ιατρική είναι σπουδαία αλλά ψυχοφθόρα επιστήμη. Πρώτον διότι σε φέρνει συνεχώς απέναντι στον ανθρώπινο πόνο. Τον σωματικό και τον ψυχικό. Και δεύτερον διότι πρέπει συχνά να ξεπερνάς τον εαυτό σου. Σε διάφορα επίπεδα και με πολλούς τρόπους.

Μια διέξοδος που βοηθά να ξεφεύγεις είναι το χιούμορ. Θα σας διηγηθώ στη συνέχεια ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Δεν ξέρω πως είναι σήμερα τα πράγματα στα αγροτικά ιατρεία αλλά τότε, τον καιρό τον δικό μου, περνούσες κυριολεκτικά σπαρτιάτικα και χρειαζόσουν αντοχές.

Ο εξοπλισμός σχεδόν ανύπαρκτος. Ένα χαλασμένο πιεσόμετρο όλο και όλο και ένας βραστήρας για τις γυάλινες τότε σύριγγες. Το οινόπνευμα το αγόραζα από το … μπακάλικο πληρώνοντας το από την τσέπη μου. Φωτιστικό οινόπνευμα γιατί καθαρό δεν είχε.

Από φάρμακα πέντε δέκα, όχι παραπάνω, τα περισσότερα ληγμένα.

Όσο για ανέσεις; Έστω τις στοιχειώδεις;

Αστείο πράγμα.

Θέρμανση δεν υπήρχε. Το οίκημα μάλιστα που ήταν τούβλινο, ήταν σοφατισμένο μόνο εσωτερικά. Η διαφορά θερμοκρασίας μέσα ή έξω σχεδόν ανύπαρκτη.

Η τουαλέτα ήταν … στον κήπο. Αν χρειαζόταν να κάνεις την ανάγκη σου, η ανάγκη αυτή έπρεπε … να ήταν πολύ μεγάλη για να το αποφασίσεις.

Καταχείμωνο ήταν θυμάμαι. Και έκανε ένα ψοφόκρυο, άλλο πράγμα. Μια σόμπα υγραερίου στο δωμάτιο, πάσχιζε αλλά δεν τα κατάφερνε να γίνει αντιληπτή.

Διάβαζα έως αργά τυλιγμένος με μια κουβέρτα σαν τους πρόσφυγες, και κατά τις μία τη νύχτα ξάπλωσα στο παγωμένο κρεβάτι τουρτουρίζοντας.

Άργησε να με πάρει ο ύπνος, αλλά κάποια στιγμή τα κατάφερα.

Με ξύπνησε ένας εκκωφαντικός θόρυβος που μου φάνηκε πως ήταν δίπλα μου. Εδώ που τα λέμε όμως δεν ήταν και πολύ πιο μακριά. Εφτά οχτώ μέτρα απόσταση όλο και όλο, από το κρεβάτι μου έως το τρακτέρ που τον προκαλούσε, σέρνοντας μάλιστα πίσω του και μια καρότσα όπως διαπίστωσα μετά. Και, ανάμεσα μας ένας τούβλινος τοίχος.

Έριξα μια ματιά στο ρολόι. Ήταν 3 η ώρα. Σηκώθηκα, φόρεσα βιαστικά τα ρούχα και προχώρησα να ανοίξω. Χτυπούσαν ήδη άλλοστε, άλλοτε με το κουδούνι και άλλοτε με το χέρι και φώναζαν.

Τέσσερις πέντε άνθρωποι όρμησαν μέσα, υποβαστάζοντας ένα ακόμα, νεαρό στην ηλικία που έμοιαζε να καταρρέει. Μιλούσαν όλοι μαζί, σχεδόν φώναζαν. Γιατρέ το παλικάρι, δεν είναι καλά. Κάνε κάτι.

Δεν θα σας κουράσω με λεπτομέρειες όμως. Εξάλλου ο νεαρός φίλος της ιστορίας μας δεν είχε τίποτα σοβαρό. Μια κρίση υστερικού τύπου, σαν αντίδραση στο υπερβολικό ενδιαφέρον των οικείων προς τον μεγαλύτερο αδελφό που είχε μόλις γυρίσει από τα καράβια.

Μια ηρεμιστική ένεση, μια διαβεβαίωση πως δεν χρειάζεται ανησυχία και το τρακτέρ πήρε πάλι το δρόμο της μακρινής επιστροφής. Ένα ημιορεινό απομακρυσμένο χωριό αν θυμάμαι καλά.

Ήθελε ώρα ακόμα να ξημερώσει. Γύρισα τουρτουρίζοντας στο κρεβάτι και ξάπλωσα προσπαθώντας να ζεσταθώ. Κόντευα να τα καταφέρω όταν το τρακτέρ …ξανακτύπησε.

Το κουδούνι άρχισε πάλι το θορυβώδες έργο του και εγώ άνοιξα εκ νέου την πόρτα.

Αυτή την φορά ήταν μόνο ο πάτερ φαμίλιας που μπήκε. Οι άλλοι έμειναν στην καρότσα.

Με κοίταξε με ένα ύφος επιφύλαξης και είπε: Γιατρέ, δεν πιστεύω να έχει καμιά μόρβα* το παιδί.

  • Μόρβα, ή νόσος του Καρέ. Μια από τις πλέον θανατηφόρες ασθένειες των σκύλων και άλλων κυνιδών.

Ξαφνιάστηκα. Και για μια στιγμή εκνευρίστηκα. Πήγα να βάλω τις φωνές. Με βασάνιζε με χαζομάρες ο χριστιανός.

Συγκρατήθηκα όμως.

Μόρβα έ; Ρώτησα με ύφος σοβαρό.

Δεν μου λες, Δάγκωσε κανένα τώρα τελευταία;

Όχι ήταν η απάντηση.

Το ακούγατε να γρυλίζει αυτές τις μέρες;

Κούνησε αρνητικά το κεφάλι.

Μείνε ήσυχος λοιπόν. Το παιδί δεν έχει μόρβα. Άντε τώρα στην ευχή του Θεού.

Έκλεισα πίσω του την πόρτα και άκουσα το τρακτέρ να ξεκινάει. Είχα ξεχάσει τον εκνευρισμό μου και χαμογέλαγα.

Η ώρα όμως ήταν περασμένη. Χώρια που δεν θα μου κόλαγε ύπνος.

Δεν βαριέσαι σκέφτηκα. Συνηθισμένα τα βουνά στα χιόνια. Έκανα μια μεγάλη κούπα στιγμιαίο καφέ, και την ώρα που έπινα την πρώτη γουλιά, η σκέψη που ήρθε αυθόρμητα, με έκανε να πνιγώ σχεδόν από το γέλιο.

Να πάρει η ευχή, ξέχασα να ρωτήσω … αν γαυγίζει.

ΑπάντησηΑκύρωση απάντησης