Μια μελέτη μεγάλης κλίμακας που διήρκεσε 14 χρόνια και περιλάμβανε περισσότερους από 600.000 συμμετέχοντες παρουσιάστηκε στο 25ο Πανευρωπαϊκό Συνέδριο Γαστρεντερολογίας, που πραγματοποιήθηκε στη Βαρκελώνη της Ισπανίας.
Η μελέτη αυτή διερεύνησε την επίδραση της ασπιρίνης στην επίπτωση των καρκίνων που προσβάλλουν το πεπτικό σύστημα (πεπτικό σωλήνα – ήπαρ – πάγκρεας) .
Οι καρκίνοι του γαστρεντερικού περιλαμβάνουν τον καρκίνο του παχέος εντέρου, τον καρκίνο του στομάχου (ή γαστρικό καρκίνο), τον καρκίνο του ήπατος, τον παγκρεατικό καρκίνο, τον καρκίνο του οισοφάγου και τους καρκίνους του λεπτού εντέρου κυρίως.
Από τα κακοήθη αυτά νοσήματα , ο καρκίνος του παχέος εντέρου πιστεύεται ότι είναι ο πιο διαδεδομένος στον δυτικό κόσμο και συχνά η δεύτερη σημαντική αιτία θανάτου που σχετίζεται με τον καρκίνο (πρώτος είναι ο καρκίνος του πνεύμονα) .
Συμπεράσματα της μελέτης
Η ασπιρίνη θα μπορούσε να περιορίσει τους πεπτικούς καρκίνους, ειδικά στους ηλικιωμένους. Πράγματι διαπιστώθηκε ότι η μακροχρόνια χρήση της ασπιρίνης μειώνει τις πιθανότητες ανάπτυξης πεπτικών καρκίνων σχεδόν στο μισό.
Η μελέτη αυτή επομένως ήρθε να προστεθεί σε ένα αυξανόμενο αριθμό και άλλων μελετών που υποδεικνύουν την δυνατότητα εφαρμογής μιας ισχυρής στρατηγικής πρόληψης με τη χρήση ασπιρίνης.
Ήδη από το 2009, υπάρχει διεθνής επιστημονική ομοφωνία στο ότι τα έως τότε δεδομένα έδειχναν καθαρά πως η ασπιρίνη και άλλα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα ασκούν χημειοπροληπτική δράση στον καρκίνο του παχέος εντέρου και πιθανώς σε άλλους τύπους καρκίνου.
Πιο πρόσφατα η Ειδική Ομάδα Προληπτικών Υπηρεσιών των ΗΠΑ συνιστούσε σε ενήλικες 50 έως 59 ετών να αρχίσουν να λαμβάνουν χαμηλή δόση ασπιρίνης για την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου καθημερινά και για τουλάχιστον 10 χρόνια.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Καθηγητής Kelvin Tsoi από το Κινεζικό Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ – και η ομάδα του ανέλαβαν να εξετάσουν λεπτομερέστερα τα προληπτικά αποτελέσματα της χρήσης ασπιρίνης στους γαστρεντερικούς καρκίνους.
Για το λόγο αυτό εξέτασαν 618.884 συμμετέχοντες, εκ των οποίων 206.295 ήταν χρήστες ασπιρίνης. Οι ασθενείς που ελάμβαναν ασπιρίνη ήταν ηλικίας 67,5 ετών, κατά μέσο όρο, και εκείνοι που δεν ελάμβαναν 67,6 ετών, κατά μέσο όρο.
Οι χρήστες της ασπιρίνης την ελάμβαναν για μια μέση διάρκεια 7,7 ετών στην κατά μέσο όρο δόση των 80 Mg.
Η ομάδα παρακολούθησε τα αποτελέσματα των ασθενών για 14 χρόνια, αναζητώντας περιστατικά καρκίνου του γαστρεντερικού, που περιελάμβαναν τον καρκίνο του παχέος εντέρου, τον καρκίνο του ήπατος, τον καρκίνο του οισοφάγου, τον καρκίνο του παγκρέατος και τον γαστρικό καρκίνο, καθώς και μη γαστρεντερικoύς καρκίνους όπως στην ουροδόχο κύστη, τους νεφρούς, λευχαιμίες, καρκίνους πνεύμονα, πολλαπλό μυέλωμα ή καρκίνο στον προστάτη.
Συνολικά, κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης, το 15,9% των ασθενών ανέπτυξαν καρκίνο, με τον καρκίνο του πνεύμονα να είναι ο πλέον διαδεδομένος.
Όμως ο κίνδυνος του πεπτικού καρκίνου μειώθηκε κατά 24% έως 47%
Ειδικότερα, οι χρήστες ασπιρίνης ήταν 47% λιγότερο πιθανό να έχουν καρκίνο του ήπατος και του οισοφάγου, 38% λιγότερο πιθανό να έχουν καρκίνο του στομάχου και 34% λιγότερο πιθανό να έχουν καρκίνο του παγκρέατος.
Οι αριθμοί αυτοί είναι εξόχως σημαντικού αν ληφθεί υπόψη η σοβαρότητα αυτών των καρκίνων και οι περιορισμένες δυνατότητες που έχουμε για να τους θεραπεύσουμε.
Επιπλέον, ο κίνδυνος καρκίνου του παχέος εντέρου μεταξύ των χρηστών ασπιρίνης μειώθηκε επίσης κατά 24%.
Ως εκ τούτου, δικαίως οι συγγραφείς της μελέτης καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η μακροπρόθεσμη χρήση της ασπιρίνης μπορεί να μειώσει τους κύριους τύπους γαστρεντερικών καρκίνων.
Ας σημειωθεί τέλος ότι τα στατιστικά ευρήματα για καρκίνους εκτός πεπτικού συστήματος, δεν ήταν ιδιαιτέρως σημαντικά.
Συμπέρασμα
Δεδομένης της σημαντικής πιθανότητας ενός ατόμου πέραν των 50, 55 ετών να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα καρκίνου του πεπτικού, κρίνεται εύλογη μια απόφαση χρόνιας λήψης ασπιρίνης σε μικρή δόση.
Εν τούτοις, δεδομένων αρκετών αντενδείξεων, οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να συζητήσουν το θέμα με τον θεράποντα ιατρό τους πριν προχωρήσουν να την πάρουν.